Η δολοφονία του Martin Luther King

O Martin Luther King Jr., ίσως η σημαντικότερη ηγετική φιγούρα του κινήματος των Αφροαμερικανών για τα πολιτικά δικαιώματα, δολοφονήθηκε στις 4 Απριλίου 1968 από έναν λευκό άνδρα, στο Μέμφις του Τενεσί. Είχε ταξιδέψει στο Μέμφις για να στηρίξει τον αγώνα των Αφροαμερικανών εργαζομένων στην καθαριότητα, που αντιμετώπιζαν εξαιρετικές ανισότητες στους μισθούς και στα δικαιώματά τους σε σχέση με τους λευκούς συναδέλφους τους. Για τη διαμονή του, μοιραζόταν ένα δωμάτιο σε μοτέλ μαζί με έναν άλλον ιερέα και ακτιβιστή, τον Ralph Abernathy. Εκτελέστηκε καθώς στεκόταν όρθιος στο μπαλκόνι, κοντά στην πόρτα του δωματίου του. Ο δολοφόνος, James Earl Ray, νοίκιαζε ένα δωμάτιο απέναντι από το μοτέλ του King και του έριξε με ένα τουφέκι στις 18:01. Η σφαίρα διαπέρασε το δεξί μάγουλο του King και ταξίδεψε μέχρι τον ώμο του, σκίζοντας τη σφαγίτιδα φλέβα και άλλες κύριες αρτηρίες. Έπεσε κάτω αναίσθητος και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο St. Joseph, όπου οι γιατροί άνοιξαν το στήθος του και επιχείρησαν CPR, αλλά δεν ανέκτησε ποτέ τις αισθήσεις του. Ο θάνατός του καταγράφηκε στις 19:05, περίπου μια ώρα μετά τον πυροβολισμό.

Αν και μόλις 39 ετών, κατά τη νεκροψία αποκαλύφθηκε πως η καρδιά του King είχε τα χαρακτηριστικά μιας καρδιάς εξηντάχρονου, όπως κατέγραψε ο βιογράφος του, Taylor Branch. Αποτέλεσμα του αφάνταστου στρες που κουβαλούσε στη διάρκεια των αγώνων του με το Civil Rights Movement, τα προηγούμενα 13 χρόνια.

Κατά μια έννοια εκείνη η σφαίρα ησύχασε τον King, που γνώριζε καλά σε τι κοινωνία ζούσε και θεωρούσε αναπότρεπτη τη δολοφονία του. Όπως γνώριζε καλά και πως μια δολοφονία δεν αρκούσε για να σιγήσει η φωνή του, ούτε τον φόβιζε αρκετά για να σταματήσει τον αγώνα του. Από το 1963 και την ημέρα της δολοφονίας του προέδρου John F. Kennedy προσπαθούσε να προετοιμάσει τη σύζυγό του, Coretta Scott King, λέγοντάς της πως το ίδιο θα συνέβαινε και σε εκείνον, αργά ή γρήγορα. Με αφορμή μια απειλή για βόμβα που προκάλεσε την καθυστέρηση της πτήσης του για το Μέμφις στις 3 Απριλίου, είχε προφητεύσει τη δολοφονία ακόμα και μια μέρα πριν τον θάνατό του, στο κλείσιμο της τελευταίας ομιλίας που έδωσε ποτέ.

«Δε γνωρίζω τι θα συμβεί τώρα. Έχουμε δύσκολες μέρες μπροστά μας. Αλλά δεν έχει σημασία για μένα, επειδή έχω ήδη ανεβεί στη βουνοκορφή. Και δε με πειράζει. Θα ήθελα να ζήσω μια μακροχρόνια ζωή, όπως και όλοι. Αλλά δε με απασχολεί αυτό τώρα. Θέλω απλώς να πράξω το θέλημα του Θεού. Και Εκείνος μου επέτρεψε να ανεβώ στη βουνοκορφή. Και κοίταξα από εκεί. Και αντίκρυσα τη Γη της Επαγγελίας. Μπορεί να μην έρθω εκεί μαζί σας, αλλά θέλω να ξέρετε πως εμείς, ως λαός, θα φτάσουμε στη Γη της Επαγγελίας. Είμαι χαρούμενος απόψε. Δεν ανησυχώ για τίποτε. Δε φοβάμαι κανέναν. Τα μάτια μου έχουν δει τη δόξα του ερχομού του Κυρίου.»

Martin Luther King, 3 Απριλίου 1968, Mason Temple, Μέμφις, Τενεσί [1]

Ο – κατά την επίσημη εκδοχή – δολοφόνος του King, συνελήφθη από τις αρχές δυο μήνες μετά τη δολοφονία, στο αεροδρόμιο Χίθροου του Λονδίνου. Ομολόγησε ένοχος κατόπιν παρότρυνσης του δικηγόρου του, καθώς κινδύνευε με θανατική ποινή. Τελικά καταδικάστηκε σε 99 χρόνια κάθειρξη.

Υπήρξε αρκετή συνομωσιολογία γύρω από τη δολοφονία του King, που έφτασε ακόμα και στο ίδιο το κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι υποψίες αυξήθηκαν όταν αποδείχτηκε πως το FBI και η CIA παρακολουθούσαν παράνομα τον King, ωστόσο σύμφωνα με το σώμα HSCA (επιτροπή δολοφονιών των ΗΠΑ – πρωτ. United States House Select Committee on Assassinations), που συστάθηκε ειδικά για να διερευνήσει τις υποθέσεις των John Kennedy και Martin Luther King, αν υπήρχαν οποιαδήποτε στοιχεία που να συνέδεαν τη δολοφονία του King με κάποια από τις δυο υπηρεσίες, το πιθανότερο είναι να καταστράφηκαν πριν από το 1979 (όταν συστάθηκε το σώμα).

Σε κάθε περίπτωση, η δολοφονία του King αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια στην ιστορία των αγώνων των Αφροαμερικανών για ίσα δικαιώματα. Σε αντίθεση με τον Malcolm X, ο οποίος προμήνυε δημόσια τη δολοφονία του από το Nation of Islam, o Martin Luther King είχε μόνο συστημικούς εχθρούς. Ο αδιάκοπος ειρηνικός του αγώνας, συνδυασμένος με αχρείαστη καταστολή και αμέτρητες προσαγωγές, σύστησε σε πολλούς λευκούς την έννοια της «μιντιακής» ρατσιστικής προπαγάνδας. Κάθε φιλειρηνικός και δημοκρατικός άνθρωπος όφειλε να εξοργιστεί από την είδηση της δολοφονίας του, όσο αναμενόμενη και αν του φαινόταν.

«Όταν δολοφόνησαν τον Dr. King, τα πάντα άλλαξαν για μένα. Ήμουν έτοιμος να γίνω κατά συρροή δολοφόνος, να κάνω κάποια τρέλα.»
Abiodun Oyewole, Skull Fragments

Ο μαύρος εθνικισμός και η δημιουργία των Last Poets

Για πολλούς εντός του Civil Rights Movement, η δολοφονία του Martin Luther King σήμανε και το τέλος της στρατηγικής της μη χρήσης βίας. Μια στρατηγικής που από τα μέσα της δεκαετίας του ‘60 είχε αρκετή αμφισβήτηση για την αποτελεσματικότητά της. Από τον Οκτώβριο του 1966, όταν οι Μαρξιστές Bobby Seale και Huey Newton δημιούργησαν τους Μαύρους Πάνθηρες, το κίνημα «Black Power» άλλαξε ταυτότητα και θεμελιώθηκε πάνω στις βάσεις του σοσιαλισμού, του παναφρικανισμού και του μαύρου εθνικισμού.

Ως διάδοχοι της πολιτική κληρονομιάς του Malcolm X, οι Μαύροι Πάνθηρες είχαν διαφορετική προσέγγιση στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων των μαύρων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ξεκινώντας από το Όκλαντ της Καλιφόρνιας, ο αρχικός στόχος των Seale και Newton ήταν να προστατεύσουν τους Αφροαμερικανούς της πόλης τους από την αστυνομική αυθαιρεσία – με ένοπλα μέλη του κόμματος να εποπτεύουν συνεχώς τις γειτονιές, εκμεταλλευόμενοι τη νομοθεσία της Καλιφόρνιας για την οπλοκατοχή – σύντομα όμως καθιερώθηκαν κοινωνικά προγράμματα που αφορούσαν Αφροαμερικανούς, ενώ διάφορες άλλες σημαντικές συγκυρίες όπως ήταν η δολοφονία του King το 1968 και η εκλογή του προέδρου Richard Nixon το 1969, εκτόξευσε τη δημοφιλία και τον αριθμό των μελών του κόμματος σε όλη τη χώρα και το μετέτρεψε στο μεγαλύτερο εκφραστή του αφροαμερικανικού αγώνα στα τέλη της δεκαετίας του ‘60 και στις αρχές της δεκαετίας του ‘70.

Την εποχή εκείνη, ο μαύρος εθνικισμός ήταν κυρίως επηρεασμένος από τους Marcus Garvey και Malcolm X – μετά την απόσχισή του από το Nation of Islam. Ο Garvey πίστευε πως μόνο αν οι μαύροι όλου του κόσμου αφήσουν στην άκρη τις πολιτισμικές και εθνικές διαφορές τους και εστιάσουν στην κοινή τους ιστορία, θα καταφέρουν να προχωρήσουν. Ο Malcolm X, εξήρε τη σημαντικότητα της σύνδεσης των μαύρων με τις αφρικανικές ρίζες τους και της αυτονομίας των Αφροαμερικανών, στην παιδεία και στην οικονομία, καθώς ο αγώνας για ισότητα δεν θα μπορούσε να είχε τύχη αν βασιζόντουσαν σε ένα σύστημα που δημιουργήθηκε από τους λευκούς, για τους λευκούς.
Στις 19 Μαΐου του 1968, στη 43η επέτειο από τη γέννηση του Malcolm X – και τρια χρόνια μετά τη δολοφονία του, τρεις νέοι ποιητές απήγγειλαν για πρώτη φορά δημόσια, σε μια εκδήλωση που έλαβε χώρα προς τιμήν του στο Mount Morris (σημ. πάρκο Marcus Garvey) του Spanish Harlem. Ο David Nelson, ντόπιος σκηνοθέτης, έβαλε στη λίστα των περφόρμερ τον ίδιο και δυο φίλους του, τον Gylan Kain και τον Abiodun Oyewole, με τον οποίο δούλευαν μαζί σε ένα πρόγραμμα κατά της φτώχειας εκείνη την περίοδο. Αποφάσισαν να ανεβούν μαζί στη σκηνή και να παρουσιάσουν τα ποιήματά τους με έναν πιο μελωδικό τρόπο, ψέλνοντας και οι τρεις σε διαφορετικούς τόνους και χρόνους τους στίχους των ποιημάτων. Μετά από λίγο, ολόκληρο το πάρκο τραγουδούσε μαζί τους και πριν καλά καλά το καταλάβουν, είχαν δημιουργηθεί «Last Poets».

O Nelson είχε το όραμα να δημιουργήσει μια συλλογή ποιητών που θα εξέφραζαν την αφροαμερικανική κοινότητα από τον προηγούμενο χρόνο, μια γενιά συνεχιστών της Carolyn Rodgers και του Amiri Baraka. Η συγκυρία δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερη, καθώς η ανταπόκριση του κόσμου ήταν τέτοια, που σε μικρό χρονικό διάστημα έγιναν γνωστοί σε ένα πολύ μεγαλύτερο κοινό, καθώς κατόπιν πολλών εμφανίσεων σε πανεπιστήμια και πάρκα – όπου διαμόρφωσαν και τον ήχο τους παίζοντας μαζί με μουσικούς κόνγκα και ντζέμπε – τον Οκτώβριο του ίδιου έτους συμμετείχαν στο τηλεοπτικό πρόγραμμα του δικτύου εθνικής εμβέλειας PBS, «Soul!».

Το όνομά τους ήταν εμπνευσμένο από τον Νοτιαφρικανό ποιητή και ακτιβιστή Keorapetse Kgositsile, που σε ένα από τα ποιήματά του έγραφε ότι ανήκε στην τελευταία γενιά ποιητών, καθώς πολύ σύντομα η τέχνη θα εξαφανιζόταν και τη θέση της θα έπαιρνε ένας βίαιος, ένοπλος αγώνας. [2]

Ως εκπρόσωποι αυτής της τελευταίας γενιάς, οι Last Poets χρησιμοποίησαν την πένα τους ως όπλο, έχοντας μια διαφορετική ρητορική απ’ αυτή στην οποία ήταν συνηθισμένοι οι περισσότεροι Αφροαμερικανοί. Δεν εστίαζαν στον λευκό εχθρό, αλλά στον «νέγρο» εχθρό, εκείνον που υπονόμευε τον αγώνα με την άγνοιά του, που δεν σκόπευε να κάνει κάτι αλληλέγγυο για τον για την κοινότητα, που δεν τον διακατείχε το πνεύμα της ενότητας. Στην εξουδετέρωση όλων αυτών των αρνητικών στοιχείων από την κοινότητα, αποσκοπούσε και η τόσο συχνή και έντονη χρήση της «λέξης από Ν», που εκείνα τα χρόνια ήταν τουλάχιστον σοκαριστική. Τις επόμενες δεκαετίες αυτό άλλαξε και μεγάλη ευθύνη στην απενεχοποίηση της λέξης είχε και η κοινότητα του hip hop, κάτι που αποτελεί μεγάλο παράπονο για τον Oyewole.

«Οι νέγροι φοβούνται την επανάσταση
Αλλά οι νέγροι δεν θα έπρεπε να φοβούνται την επανάσταση
Γιατί η επανάσταση σημαίνει αλλαγή
Και το μόνο που κάνουν οι νέγροι είναι να αλλάζουν»

Niggers Are Scared of Revolution [3]

Επανάσταση μέσα από την ποίηση του δρόμου

Από τα γεννοφάσκια του, το γκρουπ αντιμετώπισε δυσκολίες στη διατήρηση μιας συγκεκριμένης πολιτικής ατζέντας. Ποιητές ερχόντουσαν και έφευγαν και τα βασικά μέλη τη ςομάδας διαφωνούσαν ακόμα και στο αν έπρεπε να διατηρήσουν έναν βασικό κορμό ποιητών, ή αν έπρεπε να παραμείνουν μια ανοιχτή ομάδα ποιητών. Ο Nelson έγινε ο πρώτος που αποχώρησε από το γκρουπ και στα βασικά μέλη προστέθηκαν δυο ακόμα νέοι με κοινό παρονομαστή τον μαύρο εθνικισμό, οι Felipe Luciano και Umar Bin Hassan. Περίπου την ίδια περίοδο μπήκε στο γκρουπ και ο Jalal Mansur Nuriddin. Οι Luciano και Nuriddin μεγάλωσαν στη Νέα Υόρκη και από πολύ μικροί ήταν μέλη συμμοριών, αντιμετωπίζοντας πολύ συχνά την αστυνομική βία και κάνοντας φυλακή. Ο Hassan αντίθετα μεγάλωσε στο Οχάιο και μια μέρα πούλησε κρυφά το πικάπ της αδερφής του για να αγοράσει εισιτήριο λεωφορείου για τη Νέα Υόρκη, όπου γνώρισε τους υπόλοιπους.

Στο μεταξύ, οι Kain και Luciano ακολούθησαν τον Nelson στην πόρτα της εξόδου και έτσι τα πρώτα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν σε στούντιο από τους Last Poets, ήταν ποιήματα των Oyewole, Hassan και Nuriddin. Μαζί τους ήταν και ο ντράμερ Nilija Obabi. Οι τέσσερις τους δημιούργησαν τον πρώτο δίσκο των Last Poets, με τον ομώνυμο τίτλο, από τη δισκογραφική του Βοστωνέζου παραγωγού Alan Douglas, γνωστό για τις συνεργασίες του με τους Jimi Hendrix, Miles David, John McLauglin και Lenny Bruce, που τους είδε στο Soul! και τράβηξαν το ενδιαφέρον του.

Ο πρώτος δίσκος των Last Poets, που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1970, έγινε γρήγορα γνωστός στην ευρύτερη αφροαμερικανική κοινότητα, ενώ μέχρι και σήμερα αποτελεί πιθανότατα τον δίσκο που επηρέασε περισσότερο την πρώτη γενιά των emcees στα μπλοκ πάρτι της δεκαετίας του ‘70.

Το κλασικό κομμάτι του δίσκου When The Revolution Comes, στο οποίο οι Last Poets επέπλητταν τους Αφροαμερικανούς λέγοντας πως δεν ήταν προετοιμασμένοι για την επανάσταση γιατί λάτρευαν υπερβολικά τις διαφημήσεις στην τηλεόραση και τον μικροαστικό τρόπο ζωής που προβαλλόταν από τα συστημικά μίντια, αποτέλεσε πηγή έμπνευση και για το επίσης κλασικό «The Revolution will not be Televised» ενός άλλου πολύ σημαντικού ποιητή και μουσικού για τη hip hop κουλτούρα, του Gill-Scott Heron, το οποίο κυκλοφόρησε 6 μήνες αργότερα.

«Όταν έρθει η επανάσταση
Κάποιοι από εμάς πιθανότατα θα τη δουν στην τηλεόραση, με κοτόπουλο να κρέμεται από τα στόματά τους
Θα ξέρετε ότι είναι επανάσταση επειδή δεν θα έχει διαφημίσεις»

When The Revolution Comes [4]

Ο αντίκτυπος που είχε ο δίσκος έγινε αισθητός ακόμα και από τον Oyewole, που είχε φύγει για σπουδές στη Βόρεια Καρολίνα και εκεί συμμετείχε σε μια ένοπλη ληστεία σε γραφεία της Ku Klux Klan με αποτέλεσμα να καταδικαστεί σε 3,5 χρόνια φυλάκισης (από τα οποία εξέτισε τα 2,5 χρόνια λόγω καλής διαγωγής). Τα ποιήματά του έφτασαν μέχρι τα αυτιά των συγκρατούμενών του, που δεν τον πίστευαν ότι τα έγραψε ο ίδιος μέχρι να δουν τη φωτογραφία του στο εξώφυλλο του δίσκου στο επισκεπτήριο της Κυριακής.

Μερικά από τα πιο γνωστά ποιήματα των Luciano, Nelson και Kain, κυκλοφόρησαν το 1971 από την Juggernaut Records, ως soundtrack του ντοκυμαντέρ του Herbert Danska – που αφορούσε τις ζωές των ίδιων – Right On! Οι τρεις τους, αναγνωρίζοντας ως «γνήσιο» μέλος του γκρουπ και τον Oyewole, που ήταν όμως στη φυλακή, ηχογραφούσαν τα ποιήματά τους ως The Original Last Poets.

Επίσης χωρίς τον Oyewole, οι Nuriddin και Hassan κυκλοφόρησαν τον δίσκο This Is Madness το 1971. Και αυτός ο δίσκος άσκησε σημαντική επιρροή στη hip hop κοινότητα, τόσο στους ντιτζέι όσο και στους emcees, χάρη στον γρήγορο ρυθμό της μουσικής και στις ερμηνείες του Nuriddin ή Lightnin’ Rod.

«Αντικαθιστούν την αλήθεια με ψέματα
Εφημερίδες, ραδιόφωνα, τηλεοράσεις
Διαδίδουν ψέματα και στις επτά θάλασσες»

Mean Machine [5]

Οι στίχοι των Last Poets διαμόρφωσαν τις επόμενες γενιές, με σημείο αναφοράς τους εκπροσώπους της hip hop κουλτούρας, που από το σημείο μηδέν μέχρι και σήμερα έχει αναλάβει το κομμάτι του κοινωνικοπολιτικού στίχου της μαύρης Αμερικής και της εκπροσώπησης της ποίησης του δρόμου, παίρνοντας τη σκυτάλη από το spoken word, το gospel, τη soul.

Από τους πρωτοπόρους του Μπρονξ μέχρι τους Common, Mos Def, Erykah Badu αλλά και τις νεότερες γενιές, οι καλλιτέχνες της hip hop σκηνής επηρεάζονται από τους Last Poets εδώ και σχεδόν μισό αιώνα. Και όχι μόνο της hip hop σκηνής, καθώς στο παρελθόν έχουν εκφράσει τον θαυμασμό τους ακόμα οι David Bowie και Mick Jagger.

Ο RZA και ο Ghostface Killah των Wu-Tang Clan είχαν υποκλιθεί την πρώτη φορά που τους συνάντησαν. Οι N.W.A., Public Enemy, Too Short, Ice-T, A Tribe Called Quest, Biggie Smalls, Brand Nubian, Dr. Dre, Ice Cube, Snoop Dogg και Digable Planets, είναι μόνο μερικοί από εκείνους που έχουν χρησιμοποιήσει στίχους τους και έχουν σαμπλάρει τραγούδια τους.

Οι Last Poets με τη σειρά τους, Το 1991 συμμετείχαν στο Excursions των A Tribe Called Quest, ενώ δυο χρόνια αργότερα εμφανίστηκαν στην ταινία του John Singleton (στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Tupac), Poetic Justice.
Το 2005 πραγματοποίησαν τη γνωστότερη συνεργασία τους με hip hop καλλιτέχνη, όταν εμφανίστηκαν στο βίντεο του The Corner του Common, στο οποίο συμμετείχε ο Umar Bin Hassan. Την ίδια χρονιά, ο Abiodun Oyewole συμμετείχε στο The Final Call των Black Market Militia.

Τέλος, το 2008 το γκρουπ συμμετείχε στο You Can’t Stop Us Now και στο Project Roach, από το Untitled του Nas.
Και φυσικά οι Last Poets δεν σταμάτησαν ποτέ να γράφουν, ούτε να ηχογραφούν. Στην επέτειο των 50 χρόνων από τον σχηματισμό τους και περισσότερο από δυο δεκαετίες μετά το τελευταίο τους studio album, κυκλοφόρησαν το Understand What Black Is, με ποιήματα και ερμηνείες των Oyewole και Hassan.

Δισκογραφία

  • The Last Poets, 1970 (Douglas Records)
    (Abiodun Oyewole, Alafia Pudim, Umar Bin Hassan)
  • The Original Last Poets – Right On Original Soundtrack, 1971 (Juggernaut Records)
    (Felipe Luciano, David Nelson, Gylan Kain)
  • This Is Madness, 1971 (Douglas Records)
    (Alafia Pudim, Umar Bin Hassan)
  • Black Spirits – Festival of New Black Poets In America, 1972 (Black Forum Records)
    (Felipe Luciano, David Nelson, Gylan Kain)
  • Chastisement, 1973
    (Alafia Pudim, Sulaiman El-Hadi)
  • At Last, 1973
    (Jalaluddin Mansur Nuriddin, Sulaiman El-Hadi, Umar Bin Hassan)
  • Delights of the Garden, 1977
    (Jalaluddin Mansur Nuriddin, Sulaiman El-Hadi)
  • Oh My People, 1984
    (Jalaluddin Mansur Nuriddin, Sulaiman El-Hadi)
  • Freedom Express, 1988
    ( Jalaluddin Mansur Nuriddin, Sulaiman El-Hadi)
  • Holy Terror, 1993
    (Abiodun Oyewole, Umar Bin Hassan)
  • Scatterap – Home, 1994
    ( Jalaluddin Mansur Nuriddin, Sulaiman El-Hadi)
  • Time Has Come, 1997
    (Abiodun Oyewole, Umar Bin Hassan)
  • Understand What Black Is, 2018
    (Abiodun Oyewole, Umar Bin Hassan)
  • Transcending Toxic Times, 2019
    (Abiodun Oyewole, Umar Bin Hassan, Baba Donn Babatunde)

Βιβλιογραφικές αναφορές:

[1] Martin Luther King, Jr., I’ve Been to the Mountaintop
[2] Keorapetse Kgositsile, Towards A Walk In The Sun
[3 ]The Last Poets (Omar Ben Hassan), Niggers Are Scared of Revolution, 1970
[4] The Last Poets (Abiodun Oyewole), When The Revolution Comes, 1970
[5 ]The Last Poets (Jalaludin M. Nuriddin/Alafia Pudim), Mean Machine, 1971